Με αφορμή τις διώξεις της εποχής του Εμφύλιου Πολέμου 1947-51, ξετυλίγονται οι ιστορίες των ανθρώπων του βιβλίου. Περιδινήθηκαν στο στρόβιλο αυτής της σύρραξης, έζησαν καταδιωγμένοι και ξεριζωμένοι, πρώτα στο γενέθλιο τόπο τους, μετά εκτοπίστηκαν, για να οδηγηθούν τελικά στα ειδικά στρατόπεδα. Στο πρώτο μισό του βιβλίου, οι εξόριστοι, στις συνθήκες απραξίας και απομόνωσης, ξετυλίγουν τη ζωή τους, ένα μακρύ κομποσκοίνι από αγωνίες, φόβους και στραπατσαρισμένες ελπίδες. Αυτοί οι άνθρωποι σηκώνουν ο καθένας το δικό του σταυρό, μικρό ή μεγάλο, και μοιράζονται μεταξύ τους το στεναγμό, όχι το βάρος του. Ζουν σε χώρους όπου, παράλληλα με την ατομική τους περιπέτεια, βιώνουν ταυτόχρονα την παρουσία ολοκληρωτικών μορφωμάτων που προσπαθούν να ομοιογενοποιήσουν τη συμπεριφορά τους και να ισοπεδώσουν κάθε ιδεολογική ανομοιομορφία. Στο δεύτερο μισό, οι εξόριστοι μεταφέρονται στα Ειδικά Στρατόπεδα Αναμορφώσεως (Ε.Σ.Α.Ι.), κάτω από στρατιωτική διοίκηση. Ζουν στοιβαγμένοι σε σκηνές, σε συνθήκες απαράδεκτες και για σταύλιση ζώων, ανυπεράσπιστοι, κάτω από ένα εξουσιαστικό μηχανισμό, που η ηθική ή και φυσική εξόντωση του "αντίπαλου" αποτελεί τη μόνη κατάφαση, δικαιώνει τη λειτουργία του, επιβεβαιώνει την αναγκαιότητά του. Η βία και τα βασανιστήρια των επιμορφωτών υποδύονται τη μεσσιανική ψύχωση σωτηρίας των "παραπλανημένων". Ο σαδισμός μεταμφιέζεται σε εθνικιστική ιδεοληψία, σ ένα πνευματικό πλαίσιο συλλογικού κρετινισμού.