Η έννοια χορός προσλαμβάνει πολιτική χροιά και βάρος όταν εισβάλλει στις κοινωνικές σχέσεις και μπορεί και διακόπτει εμφύλιους πολέμους· όχι, δεν εγκαθιδρύει σχέσεις ομόνοιας και αγάπης, ενωτίζει όμως τα σώματα των αντιπάλων στην ασύνειδη προσπάθεια όλων να βγάλουν το πόδι τους έξω από τον πλανήτη, να αντιδράσουν -γιατί έτσι τους προστάζουν τα έγκατά τους- στις βαρυτικές δυνάμεις. Οι εμφύλιοι δεν θα σταματήσουν ποτέ όσο οι άνθρωποι θα διαιρούνται σ' αυτούς που διατάζουν και σ' αυτούς που εκτελούν. Ο χορός όμως -σαν τις γιορτές- καταπαύει τη μανία των διαιρέσεων, μηνύοντας ότι εκτός από την ισχύ (την εξουσία) κάπου υπάρχει και η δικαιοσύνη, η αγάπη. (Πώς ακούγεται αυτό;)
Ο χορός είναι αρχέγονος, είναι τέχνη του ζην, θεμέλιο της ειρήνης, ζωοποιός τρόπος, χαρίεσσα λαϊκότητα, συνοδοιπόρος της διασκέδασης, της τρυφερότητας, της κραυγής, καταπραϋντικό της μανίας και της πυρφόρας βούλησης της ήσυχης ζωής.
Ο χορός αποτολμά να κάνει το ασυνείδητο συνείδηση, λοιδωρεί την ακαμψία των σωμάτων την οποία επιφέρει ο πολιτισμός της πειθαρχίας, της εργασίας· είναι εφαλτήριο για το άλμα προς την αυτογνωσία, αρκεί ο καθένας να τον αποδεχτεί (να τον εντάξει) στην κάθε μέρα του - τότε εξορίζεται ο βάρβαρος μηχανισμός της βίας, οι εμφύλιοι.
Ο χορός εναντιώνεται στην αδιαφορία της φύσης - και του Σύμπαντος. Πυκνώνει την ορμή για φτερούγισμα, είναι ό,τι δεν μπορεί να συλλάβει ο νους και να πει η γλώσσα. Είναι φως και ρίγος - αδιαφορεί πλήρως για τον χριστιανισμό, για τους θρησκευτικούς και εμπορικούς πολέμους. Δεν είναι παιγνίδι, είναι πολιτική πράξη, αντίσταση στη λύπη αλλά και στην ομοιοστασία, σε ό,τι δηλαδή γεννούν οι εξουσίες. Στα βουνά, όπου γίνεται λόγος για τον χορό και τον εμφύλιο, όλα υπακούουν σε μια εύθυμη διάθεση, σε ένα παιγνίδισμα, προϊόντα της ανάγκης για ρίζες (γέννηση, κοινοτιστική συνύπαρξη, ξαφνιάσματα παιδικά, αμπέλια, νερά, καρποί της γης, αρώματα, χρώματα, γεύσεις, και λοιπά).
Ο χορός και ο εμφύλιος συνυπάρχουν. Εμφανίζονται και ως υποστάσεις και ως μεταφ