Στον τρίτο τόμο του τρίτομου έργου "Ιστορίες από το Βυζάντιο" ξετυλίγεται αργά και, αναπότρεπτα, με κρίσεις και αναλαμπές, εξάρσεις και βυθίσματα η τελευταία φάση της χιλιόχρονης ζωής μιας αυτοκρατορίας που αποτέλεσε κέντρο της οικουμένης κι ετοιμάζεται να δώσει σ' άλλους τη σκυτάλη του πολιτισμού. Άραβες, Σταυροφόροι, Τούρκοι τής καταφέρνουν πλήγματα αγιάτρευτα και κόβουν απ' το σώμα της τα μέλη που της δίνουν τη ζωή.
Οι ακρίτες και οι Διγενής κρατούν για χρόνια λαμπερή τη δόξα της στης Ανατολής το σύνορο που συγκλονίζεται, παλεύοντας στα μαρμαρένια αλώνια με το Χάρο, που νικιέται αλλά δεν πεθαίνει ποτέ... Ο Αλέξιος κι οι άλλοι Κομνηνοί κάνουν το χρέος τους κρατώντας ισχυρό το γένος, μα οι Δυτικοί ομόθρησκοι μ' αμέτρητους φιλόδοξους ιππότες και το Σταυρό για δόλωμα της κόβουν το κεφάλι για εξήντα χρόνια. Κι ύστερα οι Παλαιολόγοι, μ' ένα κράτος που είναι η σκιά της κραταιάς αυτοκρατορίας, αγωνίζονται να παρατείνουν το μεγάλο δράμα, ώσπου "σήμανε ο Θεός κι εάλω η Πόλις".
Η συναισθηματική φόρτιση, οι έντονες προσωπικές στιγμές των ηρώων, η ατμόσφαιρα και το κλίμα που κυριαρχούν στα επιμέρους κεφάλαια, η εναλλαγή της ελπίδας και της απογοήτευσης, το απαλό ύφος, ο καθαρός λόγος, η αβίαστη αφήγηση δίνουν μια ιδιαίτερη γοητεία στο έργο, το κάνουν συναρπαστικό και κρατούν αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη μέχρι την τελευταία σελίδα.