[...] Μέχρι σήμερα η χειροκίνητη Nikon και ο τριανταπεντάρης φακός είχαν γίνει προέκταση του βλέμματος του. Εύχομαι η αναπόφευκτη μεταπήδηση στις ψηφιακές Nikon και στους επίσης αναπόφευκτους φακούς ζουμ να μην παρασύρουν με τη γοητεία και τις ευκολίες τους τη ματιά του Ανδρέα, εκτός πάλι και αν ταρακουνώντας τον δώσουν αφορμή για κάτι νέο που αποκλείεται έτσι κι αλλιώς να είναι αδιάφορο.
Η περιέργεια του Ανδρέα τον έκανε συχνά να στραφεί και σε άλλα φωτογραφικά θέματα, διαφορετικά από αυτά στα οποία διακρίνεται η ποιότητα και το ύφος του. Έκανε έτσι πολλά πορτρέτα, ακόμα και τοπία και αντικείμενα. Πάντα με ποιότητα, αλλά κατά τη γνώμη μου χωρίς εκείνη την προσωπική σφραγίδα που ξεπερνάει τις φωτογραφικές του γνώσεις και ικανότητες και αγγίζει τον χαρακτήρα και την προσωπικότητά του.
Έτσι στο βιβλίο αυτό συγκεντρώσαμε εκείνες τις φωτογραφίες που μέσα στα τελευταία εικοσιπέντε χρόνια προέρχονται είτε από τα γλέντια των γάμων, είτε από τον κλειστό κόσμο τής γειτονιάς του, ή από μωρά, παπάδες και γέρους, με λίγες λέξεις από τον δικό του κόσμο. Και ήταν δύσκολη η επιλογή, και ίσως να αποδειχθεί ενδεχομένως εσφαλμένη και οπωσδήποτε ελλιπής, αν αναλογιστεί κανείς ότι δεν πέρασε όλα αυτά τα χρόνια ούτε μία βδομάδα χωρίς να μου παρουσιάσει ο Ανδρέας ένα ακόμα πακετάκι φωτογραφιών για επιλογή.
Δεν ξέρω αν θα μπορούσε κανείς να χαρακτηρίσει με μια λέξη το περιεχόμενο αυτών των φωτογραφιών. Είναι άραγε ουμανιστικές; Αποπνέουν την αγάπη τού Ανδρέα για τους ανθρώπους και τη χαρά του για τη ζωή; Εκφράζουν τη σχέση τους με τους εικονιζόμενους; Τίποτα δεν είναι σίγουρο. Γιατί η δύναμη των φωτογραφιών βρίσκεται στις αντιφάσεις τους. Αυτός άλλωστε είναι και ένας από τους λόγους που θα τις έκανε ακατάλληλες για οποιαδήποτε επαγγελματική χρήση, η οποία απαιτεί μονοσήμαντες πληροφορίες.
Ο Ανδρέας προσεγγίζει χωρίς καμία αμφιβολία με αγάπη τους φωτογραφιζόμενους. Ταυτόχρονα όμως αποκαλύπτει τις αδυναμίες τους, έτσι ώστε η χαρά τής επιφάνειας να συμπληρώνεται, χωρίς όμως να σκ