[...] Θα ξεκινήσουμε λέγοντας ότι η γλυπτική του Κώστα Βαρώτσου παρουσιάζει σύνθετες προβληματικές που δύσκολα εντάσσονται σε παραδοσιακά σχήματα. Για να κατανοήσει κανείς όλες τις μορφικές και θεματικές ανάγκες που υπάρχουν στο έργο του, το πρώτο που πρέπει να κάνει είναι να εγκαταλείψει μία νοοτροπία περί "καθαρής" γλυπτικής.
Πράγματι, σε πολλές περιπτώσεις, το έργο του Κώστα Βαρώτσου δεν έχει όγκο, είναι μια γλυπτική κυρίως δύο διαστάσεων, που τείνει να αντιμετωπίσει το επίπεδο ως αφετηριακή δομή. Το επίπεδο αυτό μπορεί σε ορισμένες περιπτώσεις να κινείται στο χώρο, μέχρι να κατακτήσει ένα βάθος, χωρίς όμως να απομονώνεται σε έναν όγκο. Αν θεωρήσουμε τη γλυπτική ως μία τέχνη για "ψηλάφηση", μία τέχνη που περνά μέσα από τη χειραγώγηση του αντικειμένου, όπως έγραφε στη δεκαετία του ΄50 ο Herbert Read, μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι ο Βαρώτσος δεν είναι γλύπτης αλλά -όπως υποστηρίζει ο ίδιος- ζωγράφος. [...]
(απόσπασμα από τη σελ. 24 του βιβλίου)