"Σαράντα χειμώνες πίσω μου. Φώτα, γιορτές, θλίψη κι ο έρωτας σε κάθε επεισόδιο. Πρόσωπα έφυγαν, πρόσωπα ήρθαν κι έφυγαν κι αυτά. Αναμνήσεις μόνο μ' ακολουθούν... Μια ανάμνηση δε θέλω να γίνεις κι εσύ. Γι' αυτό, την ύστατη φορά, σ' τα είπα και σιώπησα, δεν έμεινα στις σκέψεις μου, σου μίλησα, έκανα τα αισθήματά μου λέξεις και τα άρθρωσα... Πες πως μ' αγαπάς, σε παρακαλώ, σε προστάζω, σε ικετεύω, πες το έτσι, λόγου χάρη, πες το μου, πες πως μ' αγαπάς! Θα γεράσω πριν από σένα. Γιατί γερνάνε γρήγορα όσοι δεν έχουν κάποιον να τους αγαπάει".
Η γυναίκα με τ' άσπρα στην άκρη του παρτεριού κρατάει το κεφάλι της κόντρα στον άνεμο και μελετάει τα γενέθλιά της, όπως κάθε χρονιά στον ερχομό της άνοιξης. Τόσο ευάλωτη και τόσο δυνατή, θα τα βγάλει πέρα κι αυτή τη φορά, θα ξορκίσει φόβους κι αναστολές, θα ερωτευτεί ξανά, κερδίζοντας έτσι το στοίχημα με τον εαυτό της, με τη ζωή.
Ένα σύγχρονο μυθιστόρημα που μεταφέρθηκε στις κινηματογραφικές αίθουσες και έλαβε μέρος στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης και σε αρκετά ξένα φεστιβάλ.