Αμφιβάλλεις, αναγνώστη φίλε μου, ότι τα υλικά του πλουτίζειν, επί της ουσίας, είναι το προσωπικό μας γίγνεσθαι; Ότι στην πορεία προς τον πλουτισμό χρειάζεται όχι μόνο ανάπτυξη στόχων, αλλά και κανόνων; Σκέφθηκες ότι κάθε συμπεριφορά μας ανταποκρίνεται σε κάποια ανάγκη που εδράζει μέσα μας, δηλαδή να προωθήσω τον εαυτό μου προς τον πλούτο ή τη φτώχεια, είναι μια ανάγκη που μπορεί να σε φορτίζει με ενοχή ή να σ' απελευθερώνει; Σημείωσε, αν θέλεις, ότι η αντίληψη ότι ο πλούτος ανήκει σε όλους είναι μια πάγια θέση, αρκεί να τον διεκδικήσεις όπως αρμόζει. Ποιος μπορεί ν' αμφισβητήσει ότι για το καθετί υπάρχει καιρός; Καιρός, βέ-βαια, που έχει διαφορετικό βηματισμό για διαφορετικούς ανθρώπους. Θα έλεγα ότι η αγάπη για το χρήμα χωρίς προοπτική αναδεικνύει θέμα ψυχικής διαταραχής. Στο βιβλίο που κρατάς και απορείς, ο πλούτος έγινε ιδέα, και ο Εβδομηκοντούτης, το χωριό που θα επισκεφθείς, παράδειγμα για όσους αναζητούν νόημα και περιεχόμενο από τα αγαθά που οι ίδιοι επινοούν, επεξεργάζονται και γενναιόδωρα μοιράζονται για την ισόρροπη ευδαιμονία όλων. Πρόκειται για ένα κάλεσμα, μια πρόκληση, ένα εμφύτευμα ιδεών, ένα όνειρο εφαρμοσμένης πραγματικότητας. Μάλιστα, φίλε αναγνώστη, από τη συνεργασία του φτωχού και του πλούσιου πολλά καλά και ωφέλιμα μπορούν να προκύψουν μέσα από τις ευκαιρίες της κοινής επιλογής, προτείνει η συγγραφέας Πηνελόπη Κωνσταντινίδου. Βέβαια, "καιρός παντί πράγματι".