Μια φορά κι έναν καιρό, ήταν ένας μέρμηγκας που ζούσε σε ένα απέραντο δάσος, ένα δάσος πολύ όμορφο, γεμάτο με φυτά, λουλούδια, δέντρα και ζωάκια.
Μια καλοκαιρινή μέρα, που έκανε αφόρητη ζέστη, ένα λουλούδι φώναξε στο μέρμηγκα:
- Σήμερα κάνει πολύ ζέστη, ε;
- Ναι, πολύ - του απάντησε ο μέρμηγκας, που δε σταματούσε να μαζεύει προμήθειες, ενώ μιλούσε στο λουλούδι.
- Τότε, γιατί εργάζεσαι τόσο σκληρά; Μπορείς να μαζέψεις φαγητό άλλη μέρα, έτσι δεν είναι;
- Όχι - απάντησε ο μέρμηγκας, δε μπορώ. Πρέπει να δουλεύω όλες τις μέρες του καλοκαιριού, του φθινοπώρου και της άνοιξης... Και ξέρεις γιατί; Γιατί, όταν έρθει ο χειμώνας, μπορεί να κάνει τόσο πολύ κρύο και να ρίξει τόσο χιόνι, που να μη μπορώ να βρω ούτε ένα ψιχουλάκι! [...] (Από την έκδοση)