Ένας άνθρωπος μόνος μπορεί να σκεφτεί πολλά πράγματα, να δώσει ουσία στη φαντασία του, να ταξιδέψει και να ζήσει τα όνειρά του με ένταση, να βγει ματωμένος από τον χειρότερο εφιάλτη, να ταξιδέψει στην παιδική του ηλικία και να μιλήσει με τον εαυτό του σαν παιδί, να ξαναγνωρίσει τη μητέρα του, να ανακαλύψει ξανά τον εαυτό του. Ταξίδι αυτογνωσίας μέσα από το παραλήρημα της σχιζοφρένειας επιχειρεί ο ήρωας του βιβλίου, ένας άνθρωπος που κρέμεται σε τεντωμένο σκοινί, οι σχέσεις με τους φίλους του χάνουν κάθε ουσία, η αναζήτηση της οικογένειας και της αθωότητας ανεμοδέρνεται από τη δύναμη της ψυχασθένειας, η προσέγγιση στο άλλο φύλο γίνεται σχεδόν αδύνατη και όλος ο κόσμος μοιάζει μακριά από την πραγματικότητα. Όταν αρχίζεις να χάνεις το μυαλό σου, οι σκέψεις σαν χάντρες κομπολογιού κυλούν, φεύγουν και πάνε σε μια γωνιά να κρυφτούν, για να επιστρέψουν σε ανύποπτο χρόνο και να βασανίσουν, να μπερδέψουν. Μέσα σε έναν κόσμο που υπάρχουν συνάνθρωποι, φίλοι, συγγενείς, η Στέφη, η δικιά του γυναίκα, ο Άγγελος πνίγεται από τις σκέψεις, τους παρανοϊκούς αλλά ευφυείς εφιάλτες, καθώς η ιστορία τον προσπερνά και αυτός απεγνωσμένα προσπαθεί να κρατηθεί από τη ζωή και τη λογική. Η μυθοπλασία του συγγραφέα, όσον αφορά τον ήρωα και το βιβλίο, είναι καταιγιστική, οι σκέψεις και οι εικόνες χείμαρρος, η αφήγηση γρήγορη και σκληρή, τα συναισθήματα έντονα, θυμίζει το "Στραγγαλιστή" του Μονταλμπάν αλλά χωρίς τη σκοτεινή παράνοιά του, με αναλαμπές ζωής και αισιόδοξες σκέψεις.