Φθάνει μόλις εκεί, ανάμεσα στην ευτυχία και το παράλογο του κόσμου μία στιγμή να αγγίξεις, να ορίσεις και να οριστείς, να ανα-καλέσεις μνήμες του σώματος, απόηχους των σκέψεων, τους υπόκωφους ήχους των απωλειών, ύστερα, μες το φως ξαναγυρνάς σκορπίζοντας λέξεις για πράγματα και άλλες που ακόμη δεν έχεις ονομάσει, μήπως και βρεις τον εαυτό σου.
Μια συνοχή, ένα νόημα ολοκληρωμένο.