"Από τον ουρανό κατέβαιναν χιλιάδες φίδια από ατόφιο φως, σχίζοντας την ατμόσφαιρα με γυάλινα σφυρίγματα! Όλο το βράδυ η Κική καρφωμένη μπροστά απ' το παράθυρο. Από πίσω την αγκάλιαζε ένας άντρας που όταν της μιλούσε, τα μάτια της άκουγαν γονατισμένα. Αυτός την σήκωνε ψηλά και την άφηνε να πλέει στ' αστέρια. Αυτός της μίλαγε γλυκά μέσα απ' τις καλαμιές. Αυτός τη μάλωνε. Κι ήταν αυτός που ένα βράδυ τής έδειξε τις χώρες εκείνες, όπου ο χρόνος κυλάει μες απ' τα κόκκαλα σα ζεστό γάλα. Εδώ τα σώματά τους παφλάζουν ιδρωμένα το ένα μες στ' άλλο. Πάνω απ' τις ράχες τους, οι ουρανοί ανοίγουν διάπλατα και η βροχή μουγκρίζει από λαχτάρα!
Η βροχή μουγκρίζει ξεσκίζοντας τα σύννεφα! Πάλι! Και πάλι! Και ξανά! Η Κική κάνει χώρο ανάμεσα στα σκέλια της! Απ ' τα βουνά ακούγονται τριξίματα! Δεκάδες χέρια να χαλαρώνουνε βιαστικά τις κάνουλες απ' όλες τις πηγές! Ο κόσμος αφρίζει ξέχειλος! Χείμαρροι ξεχύνονται αγριεμένοι στην πεδιάδα! Κι είναι στο κέντρο του κατακλυσμού που το ζευγάρι ζυμώνεται μες στον ιδρώτα του, κι απ' όλο τους το κορμί κυλούν νερά!"
Οκτώ διηγήματα σχηματίζουν μια ονειρική ανθρωπογεωγραφία του θεσσαλικού κάμπου. Ο άντρας που καπνίζει στο φως του σούρουπου τα δάχτυλά του. Η Κική που μετράει συλλαβιστά τα στρώματα του αέρα. Η κόρη που σκοτώνει και φυτεύει τη μητέρα της. Οι ήρωες του βιβλίου περιδιαβαίνουν μέσα στην ανθρώπινη περιπέτεια, με ό,τι έχει ο καθένας: ένα μαχαίρι, ένα κλειδί, ένα σφυρί. Αίμα, φόνοι, γιορτές, καταστροφές, μοναξιές. Όλα μαζί στο αλέτρι του μύθου. Η Πομόνα φέρνει στην επιφάνεια ιστορίες από κάτω, από πέρα, από πουθενά, σαν μια αντλία που τραβάει νερό από τα βάθη.