Ίσως κάποτε γίνω διάφανος Πληκτρολογώ το όνομα τα πρωινάματαίως,τα δειλινά και πάλι αντιστέκομαιμε κάποια πρόφαση ορθογραφίας,μα κατά βάθος χάνομαισε παρηχήσεις και φωνήενταζητώντας τη φωνή σου.(«Υπήρξαμε»)Έβδομη ποιητική συλλογή του Αντρέα Τιμοθέου που έχει στο ενεργητικό του και μία συλλογή διηγημάτων. Είκοσι επτά ποιήματα διαλόγου που αναμετρώνται με τη σιωπή, τον έρωτα, το ίχνος του σώματος. Ανάμεσα σε παρηχήσεις και φωνήεντα ο Τιμοθέου αποζητά άλλοτε ν’ αποκαλύπτει κι άλλοτε και να διερωτάται για το δέον γενέσθαι της ποίησης, της ζωής και του έρωτα: Κατά βάθος/ η Τέχνη της ραπτικής με σώζει [ ] Συγκρατώ ακόμα μέσα στις ραφές/ όσα αξόδευτα στο πρόσωπό μου/ σφραγίζει ο χρόνος/ και προσδοκώ... («Προσδοκία») Και αλλού: «Κι αν προσπαθώ/ να αρθρώσω λέξη/ μες στον Έρωτα/ είναι γιατί ζητώ τον λόγο/ που υπήρξα.»Στο ταξίδι του συνοδοιπόροι ο Παζολίνι, η Μαρία Κάλλας, η Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ, αλλά και πολλοί νεώτεροι ποιητές. Κάθε του λέξη και στίχος, προσεκτικά τοποθετημένα, ερμηνεύουν προθέσεις/συναισθήματα: «Νιώθω έρωτα για σένα»/ Αντί για το/ «Είμαι ερωτευμένος μαζί σου»./ Οι μετοχές πάντα μας προδίδουν,/ ενώ τα ουσιαστικά/ στέκουν εκεί χωρίς ανάγκη, γράφει στο ποίημα «Φοβάμαι» που έρχεται σε διάλογο με την «Αντίστροφη αφιέρωση» της Μάτσης Χατζηλαζάρου με το εμβληματικό της «σ’ ερωτεύω».Ποίηση ζωντανή, φρέσκια, δυναμική, διαρκώς εν κινήσει: [ ] Τώρα θα είσαι γιος της μάνας σου,/ σπανίως του πατέρα./ Έπειτα θα ’σαι εγγονός/ μονάχα της γιαγιάς./ Θα ’ρθει η ώρα/ για να συντάξεις/ θρήνο του πατέρα/ κι έπειτα ανέκφραστος θα περιφέρεσαι,/ πρίγκιπας του πουθενά./ Θα το φέρουν οι καιροί/ να γίνεις πάλι εγγονός/ μονάχα του παππού/ κι όταν χαράξει μέσα/ η αγάπη του/ θα σ’ εξορίσουν τα σκυλιά/ που στέκαν στην αυλή του./ Ένας παράξενος Πλανόδιος/ χωρίς σκοπό, χωρίς καθήκονθα πορευτείς σε θάλασσες/ με άγριες φουρτούνες.[ ] («Πρίγκιπας του πουθενά»)Ο Αντρέας Τιμοθέου γεννήθηκε στη Λάρνακα το 1990. Σπούδασε με υποτροφίες Επιστήμες της Αγωγής και Διδακτική του Γλωσσικού μαθήματος, σ