Το Δίκαιο της Απόδειξης στην Κύπρο ακολουθούσε πάντοτε το Αγγλικό Δίκαιο της Απόδειξης με τοπικές προσαρμογές. Σε κάποιες χώρες το Δίκαιο της Απόδειξης αποτελεί μέρος του Δικονομικού Πλαισίου. Στην Αγγλία περισσότερο θεωρείται σαν μέρος του Ουσιαστικού Δικαίου. Η σημασία του Δικαίου της Απόδειξης, είτε κάποιος το θεωρήσει σαν δικονομικής φύσεως είτε ουσιαστικού δικαίου, είναι τεράστια. Μία υπόθεση μπορεί να "κερδηθεί" ή να "χαθεί" ανάλογα με το αποδεικτικό υλικό το οποίο θα επιτραπεί από το Δικαστήριο να τεθεί ενώπιόν του. Ακόμη και στο πλαίσιο εκδίκασης αστικών υποθέσεων η αποδοχή ή μη μαρτυρίας μπορεί να αποβεί το κλειδί για την απόφαση και ετυμηγορία του Δικαστηρίου.
Το δίκαιο της απόδειξης αποτελεί την πιο κρίσιμη δοκιμασία για την κατάρτιση και την ικανότητα των δικηγόρων της μαχόμενης δικηγορίας. Φέρει έντονα τα χαρακτηριστικά του δικαϊκού συστήματος στο οποίο ανήκει, του Αγγλοσαξωνικού. Για τον λόγο αυτό, για τους τρίτους παρουσιάζει δυσκολίες όχι ευκαταφρόνητες.
Ο συγγραφέας έρχεται λοιπόν να καλύψει ένα μεγάλο κενό στη Κυπριακή βιβλιογραφία με το βιβλίο του «Κυπριακό Δίκαιο της Απόδειξης» και το θέτει στην υπηρεσία των δικηγόρων και εφαρμοστών του δικαίου εκθέτοντας και αναλύοντας τα πολύπλοκα ζητήματα που προκύπτουν από αυτό. Ο σκοπός του βιβλίου είναι να δώσει στον αναγνώστη το απαραίτητο υπόβαθρο αλλά και βοήθεια στον χειρισμό υποθέσεων κατά τρόπο πρακτικό αλλά και με κριτική διάθεση, με ειδική αναφορά στη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Κύπρου αλλά και σε αυθεντίες.
Στο βιβλίο Κυπριακό Δίκαιο της Απόδειξηςμετά από μία εισαγωγή και μία γενική επισκόπηση, αναλύονται θέματα όπως: η σχετικότητα, η ταξινόμηση και τα είδη της μαρτυρίας, η τροποποίηση του Κεφ. 9 και η εξ ακοής μαρτυρία, το βάρος και το επίπεδο απόδειξης, τα τεκμήρια, η δικαστική γνώση (judicial notice), οι επίσημες παραδοχές γεγονότων (formal admissions), η διαδικασία της εξέτασης των μαρτύρων, η παρανόμως κτηθείσα μαρτυρία, η ομολογία, η δίκη εντός δίκης και οι δικαστικοί κανό