Ίσως μια γυναίκα που έγινε μάνα να μπορούσε να μας μιλήσει πιο ουσιαστικά για το θέμα -αν και τώρα που το σκέφτομαι, μάλλον αυτή είναι η μόνη που δεν θα μπορούσε να το κάνει, γιατί μιλά με περισσότερο φως όποιος ζει στο σκοτάδι.
Για μένα, αλλά και για αρκετούς άλλους -που γνωρίζω να πίνουν νερό απ' την ίδια πηγή- τα μόνα τραγούδια που θα είχαν δικαίωμα να αξιώσουν τον χαρακτηρισμό ερωτικά, είναι τα νανουρίσματα. Κανένα υπονοούμενο, ούτε στα λόγια, ούτε στη μελωδική γραμμή που δεν είναι τίποτε άλλο από την ανεπαίσθητη και γνώριμη της ζωής ανάσα. Η μελωδία, απλώς, συνανασαίνει με το μωράκι, για να μην πω ότι είναι η ανάσα του γραμμένη σε νότες. Δεν έχει σχήμα, ούτε και σώμα· σαν τον έρωτα.
Τα λόγια, είναι λόγια τυφλού, που δεν είδε ποτέ το φως, τ' άστρι, το νιο φεγγάρι· γι' αυτό και τα μεγεθύνει. Που δεν γνωρίζει το χρώμα των γιασεμιών και της λεμονιάς· γι' αυτό δανείζεται τη μυρωδιά τους. Η αλήθεια της ζωής λέγεται σχεδόν με παραμύθια· όπως στον έρωτα. Γιατί δεν αντέχεται.
Ανυπαρξία πραγματικού ρυθμού· μόνον ο παντοτινός, ο συμπαντικός. Τόσο απαραίτητος που δεν τον προσέχεις καν. Το γαλάζιο έχει υποχρέωση να συζήσει με τη θάλασσα, κι άντε να το αλλάξεις.
Τα νανουρίσματα δεν είναι έκφραση του συναισθηματικού κόσμου της μάνας. Είναι η ηχώ μιας άλλης ζωής, η ηχώ του μωβ -τυχαία άραγε το σώμα των στίχων στα παραδοσιακά νανουρίσματα, με μικροπαραλλαγές, είναι ίδιο μ' αυτό των μοιρολογιών; Είναι το "σου τραγουδώ για να ζήσεις να με συνεχίσεις", το "σ' αγγίζω για να δώσω νόημα στα πόδια μου".
Τι μένει; Η μονοτονία των ιαμβικών δεκαπεντασύλλαβων, οι μυρουδιές και το θαύμα: ν' αποχωρήσεις φιλημένος και σιωπηλός.
Θανάσης Μωραΐτης, Πλάκα, Μάρτιος 2009
Περιέχονται τα νανουρίσματα:
1. Έλα ύπνε πάρ' το πέρα
2. Κούνια, κούνιε το παιδί
3. Κοιμήσου και σου φέρνω 'γώ
4. Κοιμάτ' ο ήλιος ο καλός
5. Κάμε νανά να κοιμηθείς
6. Κοιμάτ' ο (γ)ιόκας μου
7. Κοιμήσου στα τραντάφυλλα
8. Σιγανά κι αγάλι-αγάλι
9. Κοιμήσου που να σε χαρεί
10. Νάνι του που να το χαρ