Πολλές φορές ξεκίνησα να γράφω κάποια από τα πράγματα που βίωσα κατά τα χρόνια της ενασχόλησης μου με την μουσική, ειδικώτερα με το έντεχνο τραγούδι και που πίστεψα και πιστεύω ότι, παρά την όλως διόλου ξένη προς τις περιγραφόμενες ευαισθησίες ενεστώσα πραγματικότητα, ηχούν στην καλύτερη περίπτωση παράξενα και, από την σκοπιά αυτή, άξια προσοχής. Πάντοτε όμως προσέκρουα στην εσωτερική μου αντίδραση. Μα τώρα ποιόν ενδιαφέρουν αυτά; Πράγματα και καταστάσεις που κείνται μισόν αιώνα πίσω; Πως θα γίνουν κατανοητά ελλείπουσας της ατμόσφαιρας της εποχής, και, το χειρότερο, χωρίς την επιθυμία της γνώσης της; Το αποφάσισα παρ' όλα αυτά γιατί, το μεν με παρεκίνησε ο κύκλος των φίλων μου που βράζουν εποχιακά στο ίδιο καζάνι αλλά και γιατί, όταν συζήτησα και με νέους ανθρώπους και αφηγήθηκα ψήγματα των περιστατικών και συνθηκών της εποχής εκείνης, μου δημιουργήθηκε η εντύπωση ότι ο κόσμος που περιγράφω, ήταν γι' αυτούς άγνωστος και μακρυνός, που όμως θα ήθελαν από φιλομάθεια να τον προσεγγίσουν και, στην περίπτωση των πιο ευαίσθητων απ' αυτούς, ένα απίστευτο, ένα άπιαστο όνειρο. [...]
(από τον πρόλογο του βιβλίου)