Διαιρέτης μηδέν
Δίχως φόβο και δίχως ελπίδα
Εναλλάσσοντας φίλους, πατρίδα
Παβαρότι, Πικάσο και πίτσα2
Ανοιχτοί με καλούν ουρανοί
Θα κρατώ μια ζωή τη βαλίτσα
Που θα μείνει για πάντα αδειανή
Σε μια πόλη με κίτρινα φώτα
Στων αρχαίων ερώτων τα πρώτα
Που κυλούν στο μεγάλο ποτάμι
Και τα παίρνει μεμιάς η βροχή
Σαν ιδρώτας κολλά στην παλάμη
Των νεκρών που ξεχνάμε η ψυχή
Στων ονείρων την άπραγη κόψη
Ακουμπώντας του χρόνου την όψη
Λαβυρίνθους στο διάβα μου χτίζω
Και με τοίχους γεμάτους ρεφρέν
Σαν πηλίκο γυμνό συνοψίζω
Τι θα πει διαιρέτης μηδέν