Ένα βράδυ, από ξένο τόπο και αλαργινό, με έναν τρόπο μαγικό, τρυπώνουν σε ένα μουσείο μια κούκλα κι ένα κορίτσι. Είναι η ώρα που οι κούκλες του μουσείου ξυπνούν και αφηγούνται την ιστορία της ζωής τους. Την αρχή κάνει η πλαγγόνα, η κούκλα της αρχαίας Ελλάδας. Στη συνέχεια παίρνει τον λόγο μια κούκλα του Βυζαντίου. Κατόπιν οι κουτσούνες μάς ταξιδεύουν στα χρόνια της οθωμανικής περιόδου, η Μπεμπέκα μάς κερνάει γλυκό της Σμύρνης, και ο Λουκάς στήνει παραστάσεις στα δύσκολα χρόνια της γερμανικής κατοχής. Κοινός παρονομαστής όλων των αφηγήσεων είναι η καθημερινότητα, ένας πόλεμος και, κυρίως, η παρουσίατης κούκλας στη ζωή του παιδιού. Γιατί «όλα τα συμβάντα στη ζωή των παιδιών, ευχάριστα ή δυσάρεστα, θα έχουν αντίκτυπο στην κούκλα τους».