Το 2010, στο πλαίσιο της αναδρομής στην καριέρα της Μαρίνα Αμπράμοβιτς στο ΜοΜΑ, περισσότεροι από 750.000 άνθρωποι στάθηκαν στην ουρά για να καθίσουν απέναντί της και να επικοινωνήσουν μαζί της μη λεκτικά, σε μία πρωτοφανή περφόρμανς μεγάλης διάρκειας, που κράτησε περισσότερες από 700 ώρες. Εκείνος ο εορτασμός σχεδόν πενήντα χρόνων πρωτοποριακών περφόρμανς απέδειξε ακόμα μία φορά πως η Μαρίνα Αμπράμοβιτς είναι πραγματική δύναμη της φύσης.
Κόρη κομμουνιστών και ηρώων του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου, η Μαρίνα μεγάλωσε στη μεταπολεμική Γιουγκοσλαβία του Τίτο και ανατράφηκε με άκρως αυστηρή εργασιακή ηθική. Ακόμα και όταν άρχισε να χτίζει τη διεθνή καριέρα της ως καλλιτέχνης, ζούσε υπό τον ασφυκτικό έλεγχο της μητέρας της, υποχρεωμένη να επιστρέφει στο σπίτι κάθε βράδυ μέχρι τις δέκα. Όμως, τίποτα δεν μπορούσε να κατασιγάσει την ακόρεστη περιέργειά της, την επιθυμία της να συνδέεται με ανθρώπους, ή τη χαρακτηριστική βαλκανική αίσθηση του χιούμορ που τη διακρίνει, στοιχεία που τροφοδοτούν την τέχνη και την ίδια τη ζωή της. Ο πυρήνας του.
Περνώντας από τοίχους είναι μία ιστορία αγάπης που μοιάζει βγαλμένη από όπερα, η δωδεκαετής συνεργασία της με τον καλλιτέχνη της περφόρμανς, Ουλάι, που εκτυλίχθηκε σε μεγάλο βαθμό σε απόλυτη φτώχεια, μέσα σ’ ένα βαν με το οποίο διέσχισαν όλη την Ευρώπη. Η σχέση τους γνώρισε μεγάλες στιγμές και έληξε συνταρακτικά πάνω στο Σινικό Τείχος. Η ιστορία της, άλλοτε συγκινητική, άλλοτε επική, άλλοτε δηκτικά αστεία, περιγράφει μία ανεπανάληπτη καλλιτεχνική καριέρα στην οποία ωθούσε το σώμα της πέρα από τα όρια του φόβου, του πόνου, της εξάντλησης και του κινδύνου, σε μια ανυποχώρητη αναζήτηση συναισθηματικής και πνευματικής μεταμόρφωσης. Η αυτοβιογραφία "Περνώντας από τοίχους" συνιστά από μόνη της μία αξιοσημείωτη περφόρμανς στην οποία μία εκπληκτική καλλιτέχνης αφηγείται με ζωντάνια και ένταση την απαράμιλλη ζωή της.