Στα 1827 ο Γκαίτε, 78 τότε χρονώ, έδωσε στη δημοσιότητα το έργο τούτο με τον τίτλο που έχει και σ' αυτή τη μετάφραση: "Ελένη, κλασικορομαντική φαντασμαγορία". Αργότερα -γιατί ο ποιητής έζησε άλλα πέντε χρόνια- έκαμε την ένταξη, την ενσωμάτωση της "Ελένης" μέσα στο "Δεύτερο Φάουστ", την έβαλε ν' αποτελέσει την τρίτη πράξη της τεράστιας αυτής δημιουργίας του.
Ήταν σωστή η σκέψη του να κάμει αυτή την ενσωμάτωση; Υπάρχουν κριτικοί που το αμφισβητούν· πιστεύουν πως οι ραφές που ενώνουν την "Ελένη" με το σύνολο είναι πολύ φανερές, πως θα ήταν καλύτερο να την άφηνε ο ποιητής της να εξακολουθήσει την ξεχωριστή ύπαρξή της. Το ζήτημα δεν πρόκειται να εξεταστεί εδώ, και δεν είναι ανάγκη να εξεταστεί. Εκείνο που εδώ μας ενδιαφέρει, που ενδιαφέρει τον αναγνώστη που πρόκειται, όπως στη μετάφραση τούτη, να διαβάσει την "Ελένη" μόνη, είναι να ξέρει αν μπορεί να το κάμει αυτό, αν η "Ελένη" έχει αυτοτέλεια και αυθυπαρξία, αν ο κύκλος όπου περιστρέφεται κλείνει τέλεια, άσχετα με το ζήτημα αν ο κύκλος αυτός σμίγει καλά ή όχι με τους άλλους κύκλους που συναπαρτίζουν τον όλο "Φάουστ".
Η απάντηση είναι καταφατική: ναι, μπορεί· Η "Ελένη" έχει δική της ενότητα, έχει αυτοτέλεια και μπορεί να ζήσει ανεξάρτητη· για να την κατανοήσει και να τη χαρεί, ο αναγνώστης δε χρειάζεται να δει καμιά συνάρτηση, δεν είναι απαραίτητο να διαβάσει τις άλλες τέσσερις πράξεις του πεντάπραχτου "Δεύτερου Φάουστ". Μας πείθει κιόλας ως προς αυτό η απόφαση του ίδιου του ποιητή να παρουσιάσει το έργο ξεχωριστά· αλλά η ανάλυση του περιεχομένου του μπορεί να το δείξει.
Σε τρία μέρη είναι χωρισμένη η "Ελένη". Τρία μέρη, τρία σκηνικά. Το πρώτο σκηνικό είναι η πρόσοψη του παλατιού του Μενελάου στη Σπάρτη· το δεύτερο, εσωτερική αυλή μεσαιωνικού κάστρου· το τρίτο είναι μια εξοχική τοποθεσία στην Αρκαδία: βράχοι, σπηλιές, δέντρα και πλούσια πρασινάδα.
[...] (από την εισαγωγή του βιβλίου)