Την κρυφή αρμονία της τη χρωστούσε εκείνη η πόλη σε έναν ποιητή και μια ζωγράφο που κατοικούσαν στις δυο άκρες της. Αυτοί ήταν τα καλά πνεύματα της πόλης. Κανένας δεν τους είχε δει. Κανένας δεν τους γνώριζε. Κι ούτε μεταξύ τους γνωρίζονταν, γιατί οι μοίρες που τους είχαν μοιράνει, δίνοντάς τους αξεπέραστο ταλέντο, είχαν ορίσει ότι ποτέ δεν έπρεπε να το κουνήσουν απ' τη θέση τους, γιατί θα πλάκωναν τότε στην πόλη χίλιες συμφορές. Όταν όμως πρωτοπέταξαν κοκκινολαίμηδες στην αυλή του ποιητή, άρχισε μια μεγάλη ιστορία αγάπης ανάμεσα στον ποιητή και τη ζωγράφο.