Η αναζήτηση της κοινωνικής σημασίας των χωρικών μορφών είναι ο ένας άξονας αναφοράς αυτού του βιβλίου. Ο άλλος άξονας είναι η αναζήτηση των ιστορικών καταβολών της σύγχρονης πολεοδομικής θεωρίας και πρακτικής. Και οι δύο άξονες συμπλέκονται σε ένα χρονικό εύρος που ξεκινάει από τον 19ο αλλά εστιάζεται στον 20ό αιώνα και έχουν ένα χωρικό πεδίο εφαρμογής που περιλαμβάνει στο "κέντρο" του το πρότυπο των αναπτυγμένων καπιταλιστικών χωρών και, σε κάποιο βαθμό, την ελληνική πραγματικότητα.
Η αναζήτηση της κοινωνικής σημασίας των χωρικών μορφών, στην πραγματικότητα, δεν ταυτίζεται με κάποια κοινωνιολογική περιπλάνηση -είναι μια θεωρητική θέση: είναι εκείνη η οποία αρνείται την απόλυτη αυτονομία του πολεοδομικού επιπέδου αναφοράς. Την πιο προωθημένη άποψη μιας σχετικής αυτονομίας έχουν εκφράσει ως τώρα, από σχετικά διαφορετικούς δρόμους, ο Henri Lefevre και ο David Harvey εδώ και είκοσι περίπου χρόνια. Όπως υποστηρίζει ο James Anderson, αναφερόμενος κυρίως στο θεωρητικό έργο του δεύτερου, την άποψη της σχετικής αυτονομίας υποτίθεται ότι τεκμηριώνει η διαπίστωση ότι υπάρχει μια "σύγκρουση ανάμεσα στην διαλεκτική της κοινωνικής εξέλιξης και τη στατική γεωμετρία των χωρικών μορφών". Ότι δηλαδή, σε ορισμένες περιπτώσεις, η χωρική αδράνεια, η αδυναμία του χώρου να παρακολουθήσει την ταχύτητα των κοινωνικών μεταβολών γίνεται προσδιοριστικό στοιχείο της δυναμικής των τελευταίων, του βαθμού στον οποίον αυτές μπορούν να εκφραστούν με νέες δομές στο χώρο. Αλλά, βέβαια, είναι γεγονός ότι οι όποιες δυσκολίες ή αντιφάσεις υπάρχουν στη μετακίνηση ή την μεταβολή των στοιχείων του χώρου δεν συνιστούν "αυτόνομες", "τεχνικές" ιδιότητες του χώρου αλλά είναι ενσωματωμένες στις ίδιες τις κοινωνικές παραμέτρους. [...] (Από την εισαγωγή της έκδοσης)