Σε αντίθεση με άλλες περιόδους για τις οποίες υπάρχουν οι γραπτές και αρχαιολογικές μαρτυρίες που δίνουν μια εικόνα της ιστορικής διαδρομής της Αθήνας, η περίοδος της Ύστερης Αρχαιότητας μεταξύ 3ου και 7ου αιώνα μ.Χ. βρίσκεται βυθισμένη στο σκοτάδι. Οι ιστορικοί δεν γνωρίζουν καν -και φυσικά δεν μπορούν να συμφωνήσουν μεταξύ τους- αν πράγματι υπήρξε άλωση των Αθηνών από τον στρατό του Αλάριχου· ούτε αν η επιδρομή των Έρουλων το 267 όντως κατέστρεψε την Αθήνα, σφραγίζοντας την μελλοντική της εξέλιξη· άλλο τόσο ισχνές και σκόρπιες είναι οι μαρτυρίες της μακροχρόνιας αντιπαράθεσης Εθνικών και Χριστιανών, και της κατίσχυσης του χριστιανισμού σε μια πόλη κατ’ εξοχήν αρχαιόθρησκη και αντιχριστιανική. Η Αθήνα της Ύστερης Αρχαιότητας ήταν κατά κύριο λόγο μια πανεπιστημιούπολη, ωστόσο διατηρούσε όχι απλώς την πολιτιστική πρωτοκαθεδρία αλλά και -έμμεσα, έστω- σημαντικό πολιτικό ρόλο, τον οποίο φιλοδοξούσε να ακυρώσει η Κωνσταντινούπολη, πράγμα που καθόρισε τη μοίρα του άλλοτε κλεινού άστεως.
Το ανά χείρας βιβλίο συγκεντρώνει και επεξεργάζεται με σχολαστικότητα πλήθος σπάνιων μαρτυριών και αρχαιολογικών ευρημάτων, επιτυγχάνοντας έτσι μια ιστορική ανασύνθεση που φιλοδοξεί να αποτελέσει τον "πρώτο τόμο" μιας νέας Μεσαιωνικής Ιστορίας των Αθηνών.