Στο δρόμο που χάραξε ο Μακάριος είναι ίσως η φράση που συνοψίζει ολόκληρη την ιστορία των δικοινοτικών διαπραγματεύσεων γύρω από το Κυπριακό από το 1977, όταν υπογράφηκαν οι λεγόμενες συμφωνίες Μακαρίου-Ντενκτάς, έως σήμερα. Το σύνολο των ελληνοκυπριακών και ελλαδικών κυβερνήσεων καθώς και των διεθνών οργανισμών που εμπλέκονται στην υπόθεση επίλυσης του Κυπριακού, εργάστηκαν από τότε πάνω σε ένα στόχο, την επανένωση της Κύπρου ως μιας διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας. Ο συγγραφέας επιχειρεί μια κριτική προσέγγιση αυτού του στόχου. Αναλύει το κατά πόσο το μοντέλο της ομοσπονδιακής, πολιτειακής οργάνωσης είναι κατάλληλο για την Κύπρο και αν συντρέχουν σήμερα οι προϋποθέσεις για την εγκαθίδρυση της. Λαμβάνοντας υπόψη τη Γερμανική, ιστορική και πολιτειακή εμπειρία, διερωτάται αν οι όροι που οδήγησαν στην ένωση των δύο Γερμανιών σε ένα ομοσπονδιακό κράτος υφίστανται σήμερα στην Κύπρο. Η απάντηση που δίνει ο Ανδρέας Στεργίου σε αυτό είναι αρνητική. Αντίθετα διαπιστώνει ότι η εγκαθίδρυση μιας διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας, την οποία με ζήλο και προσήλωση στο διεθνές δίκαιο και την ιστορία της Κύπρου έχουν προωθήσει μέχρι σήμερα όλες οι ελληνοκυπριακές και ελλαδίτικες κυβερνήσεις αποτελεί μια μάλλον προβληματική "διευθέτηση", καθώς θα δημιουργήσει περισσότερα προβλήματα από αυτά που θα επιλύσει, ενώ οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια, εφόσον αυτή επιτευχθεί, σε μια προβληματική πολιτικά, οικονομικά, κοινωνικά αλλά και εθνοδημογραφικά κατάσταση. Εγκυμονεί δηλαδή τον κίνδυνο της πλήρους τουρκοποίησης της Κύπρου, πιθανότατα και κάτω από μόνιμη βρετανική κηδεμονία, η οποία θα ασκείται τόσο μέσω του εγγυητικού ρόλου των Βρετανών, όσο και μέσω των κυρίαρχων βρετανικών βάσεων. Συνεκτιμώντας τα υφιστάμενα πολιτικά, εθνικά και διεθνοπολιτικά δεδομένα του Κυπριακού Ζητήματος, όπως τη φυσιογνωμία του ψευδοκράτους, τη διαπραγματευτική πορεία του Κυπριακού και το διεθνή συσχετισμό δυνάμεων, ο συγγραφέας επεξεργάζεται το πιο πρόσφορο, βιώσιμο και ρεαλιστικό στις δεδομένες συνθ