Το έργο του "Η καρδιά της κούκλας" είναι το πρώτο μέρος της τριλογίας με τίτλο " In Nomine Domini ".
Η τοπική κοινωνία δεν έχει και τόσο οξυμένα αντανακλαστικά. Παρά ταύτα πολλοί θα είναι αυτοί που θα σταθούν στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων, ειδικά όταν μιλούν για ένα άγριο έγκλημα που γίνεται στις τουαλέτες γνωστής ψυχιατρικής κλινικής από έναν άγνωστο δράστη. Ένας δράστης που κινείται στα όρια του πραγματικού, μια μυθιστορηματική μορφή εκδικητή που λαμβάνει εντολές από έναν ακόμη πιο αφανή ηθικό αυτουργό. Τι όμως μπορεί να συνδέει αυτόν τον σκοτεινό τύπο με έναν δολοφονημένο πατέρα που ένας αθώος επιμένει να αναλάβει την ευθύνη του φόνου και να καταδικαστεί. Και τι μπορεί να συνδέει την νοσηρή αγάπη δύο ανθρώπων με μια αυτοκτονία και με δύο φρικιαστικά εγκλήματα.
Μια ευφυής εισαγγελέας προσπαθεί να ξεμπλέξει ένα κουβάρι στο οποίο τελικά μπλέκεται και η ίδια. Αφού όπως φαίνεται όλες οι ιστορίες συναντώνται τελικά σε έναν κοινό τόπο από όπου είναι δύσκολο κανείς να αποδράσει. Και η δικαιοσύνη που τελικά πάντοτε απονέμεται, ακόμη και με εντελώς ανορθόδοξους τρόπους, φαίνεται να είναι το διαρκώς το ζητούμενο σε μια διαδρομή που δεν μοιάζει να έχει τέλος.
"Ανεπαίσθητα και με τεράστια προσπάθεια, εκείνα τα γκριζογάλανα μάτια που λαμποκοπούσαν τώρα μπροστά του, τον μετέφεραν μερικές εβδομάδες πίσω. Το ίδιο παλτό, το ίδιο κομποσκοίνι, η ίδια κορμοστασιά. Και μέχρι να κάνει τούτο το συνειρμό, ένα ακόμη κοράκι προσγειώθηκε στο έδαφος μπροστά τους. Και έπειτα ένα ακόμη. Σε λίγα δευτερόλεπτα ακόμη ένα. Το ένα δίπλα στο άλλο, σχεδόν στοιχισμένα, κοιτάζοντας όλα προς την ίδια κατεύθυνση: τον Άγγελο.
"Πέρασες από μπροστά μας", είπε τελικά. "Στο λιμάνι".
"Αυτό σου θυμίζω μόνο;" χαμογέλασε ειρωνικά ο άντρας.
"Εσύ δεν ήσουν;" ρώτησε ο Άγγελος δίχως να πάψει να τον περιεργάζεται.
"Ναι, εγώ ήμουν. Πέρασα από μπροστά σου", τον διόρθωσε με το ίδιο ειρωνικό χαμόγελο και παίζοντας πάντα με το κομποσκοίνι. "Δεν υπήρχε κανείς άλλος εκεί".
"Ήμουν με τον Αλέξανδρο", αντέτε