Όλα συντριμμένα, ληστεμένα, προδομένα
Φάνηκε του μαύρου θανάτου το φτερό
Θλίψη αχόρταγη κατάπιε τα πάντα
Εμείς, λοιπόν, γιατί βλέπουμε φως;
Την ημέρα πνέει ανοιξιάτικη αύρα
Από ανύπαρκτο δάσος στην πόλη κοντά
Τη νύχτα νέοι αστερισμοί λάμπουν
Στ’ ουρανού τη διάφανη αγκαλιά.
Και πώς τόσο κοντά πλησιάζει το θαύμα
Σε σπίτια βρόμικα κι ερειπωμένα
Κανείς δεν ξέρει, κανείς.
Είναι όμως αυτό που χρόνια
Και χρόνια ποθούσαμε εμείς.
(1915)
Απόδοση από τα ρωσικά, Χρυσάνθη Κακουλίδου
ΑΝΝΑ ΑΧΜΑΤΟΒΑ (1889 - 1966)