Παύλος, Ιφιγένεια, Ελοϊσία, Αλέξης και Αλίκη! Όλοι τους παιδιά δυο φιλικών οικογενειών μοιράζονται τα ήσυχα και θελκτικά βράδια των διακοπών τους στο νησί. Μες στην απανεμιά της νύχτας, εκεί στο μικρό καφενείο του χωριού, οι ατελείωτες συζητήσεις και οι περίπατοι μεταμορφώνονται σε μυρωμένο αεράκι που «λέει μες στης καρδιάς τα φύλλα, γλυκιά η ζωή και ο θάνατος μαυρίλα...». Σ’ αυτές τις ώρες, -ώρες καλοκαιρινής συμφωνίας- πρωταγωνιστής γίνεται ο έρωτας. Για άλλους πλατωνικός, για άλλους φλογερός, για άλλους παιδιάστικο πείσμα. Είναι καιρός πια οι νεαροί ήρωες να αντιμετωπίσουν άχαρους -αλλά αναγκαίους- φραγμούς. Στην έλευση του χειμώνα και του πιθανού απόχωρισμού απαντούν: «Όταν ο άνθρωπος μένει ίδιος, του είναι αδιάφορο αν τελειώνει το καλοκαίρι και αρχίζει ο χειμώνας». Έχουν αναλογιστεί όμως τις δυσάρεστες εκπλήξεις που τους περιμένουν;