Το 1877 εκδίδεται στο Παρίσι μια πραγματεία του 19ου αιώνα μεταφρασμένη στα γαλλικά με τίτλο: Επιτομή της θεωρίας της βυζαντινής μουσικής. Κάτω απ' αυτόν τον τίτλο το όνομα του Χρυσάνθου -του θεωρητικού της μεταρρύθμισης του σημειογραφικού συστήματος της ελληνικής ορθόδοξης εκκλησιαστικής μουσικής-, εμφανίζεται με τρόπο που δύσκολα θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι είναι αυτός ο συγγραφέας. Τα στοιχεία που ήρθαν στο φως αποδεικνύουν ότι ο εκδότης της Επιτομής, ο Γάλλος μουσικός Bourgault-Ducoudray, και ο μεταφραστής της, ο ελληνιστής και σημαντικός λόγιος της εποχής Emile Burnouf στον οποίο οφείλεται και η επιλογή της πραγματείας αυτής μεταξύ άλλων παρεμφερών κειμένων, θεωρούσαν ως συγγραφέα της τον Χρύσανθο. Ο Γάλλος μουσικός αναφέρει τον Έλληνα θεωρητικό ως συγγραφέα της Επιτομής μόνο δύο φορές: μία με έμμεσο τρόπο στα σχόλια της Επιτομής και μία δεύτερη φορά σε μια επιστολή του στον Burnouf όπου δηλώνει σαφώς ότι ο Χρύσανθος είναι ο συγγραφέας της Επιτομής. Ελλείψει πρωτοτύπου καθώς και άμεσα αποδεικτικών στοιχείων για την πατρότητα του κειμένου, η έρευνα ακολούθησε μια ιδιότυπη πορεία προκειμένου να διαφανεί η σχέση του κειμένου με τον Χρύσανθο και να στοιχειοθετηθούν τα κατάλληλα επιχειρήματα για τη χρονολόγησή του. Στο παρόν βιβλίο τεκμηριώνεται αυτή ακριβώς η σχέση, μέσα από μια πολύπλευρη μελέτη βασισμένη σε μια εξονυχιστική έρευνα που έγινε σε αρχεία και πηγές της εποχής. Ανασκευάζεται επομένως η επικρατούσα άποψη που εξαιτίας του διφορούμενου τίτλου της Επιτομής υπονοούσε τον Χρύσανθο ως επινοητή της θεωρίας μάλλον παρά ως συγγραφέα της.