Θέμα της εργασίας αυτής αποτελεί η μελέτη της ερυθρόμορφης κεραμικής ενός άγνωστου μέχρι σήμερα τοπικού εργαστηρίου, που εντοπίστηκε στην Πέλλα και χρονολογείται στο δεύτερο μισό του 4ου αιώνα π.Χ. Στο εργαστήριο αυτό αποδίδονται διακόσια σαράντα πέντε όστρακα, μικρά ή μεγάλα τμήματα ερυθρόμορφων αγγείων και πιθανόν είκοσι τέσσερα τμήματα λεκανίδων διακοσμημένων με επίθετο χρώμα. Για την παραπάνω μελέτη και την κατανόηση της σχέσης της ντόπιας κεραμικής με την αττική ελέγχθηκε το σύνολο της ερυθρόμορφης κεραμικής που βρέθηκε στις ανασκαφές της Πέλλας από το 1957 ως και το 2011, δηλαδή πάνω από δύο χιλιάδες τριακόσια τμήματα ερυθρόμορφων αγγείων. Επίσης, εξετάστηκε ερυθρόμορφη κεραμική και από άλλες περιοχές της Μακεδονίας με στόχο την προσέγγιση του θέματος των εξαγωγών των προϊόντων του τοπικού εργαστηρίου. Η συγκεκριμένη μελέτη αποτέλεσε αντικείμενο της διδακτορικής μου διατριβής, η οποία εγκρίθηκε από το Tμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Α.Π.Θ. το 2011.
Tο ζήτημα της εμφάνισης, των συνθηκών λειτουργίας και της διασποράς των προϊόντων των τοπικών εργαστηρίων παραγωγής ερυθρόμορφων αγγείων του 4ου αιώνα π.Χ. έχει απασχολήσει τα τελευταία χρόνια την έρευνα σε συνάρτηση με την εξάπλωση της αττικής ερυθρόμορφης κεραμικής και την επίδρασή της στα τοπικά εργαστήρια. Αποτέλεσμα υπήρξε η αναγνώριση αρκετών τοπικών εργαστηρίων σε ολόκληρο τον ελλαδικό χώρο, όπως αυτά της Χαλκιδικής, της «Ομάδας του Αγρινίου», της Βοιωτίας, της Εύβοιας, της Κορίνθου, της Ήλιδος, της Σπάρτης και της Κρήτης. Πρέπει όμως να επισημανθεί ότι η ερυθρόμορφη κεραμική του 4ου αιώνα π.Χ., τόσο η αττική, όσο και αυτή των τοπικών εργαστηρίων, δεν έχει μελετηθεί επαρκώς σε σχέση με αυτή του 5ου αιώνα π.Χ. Το γεγονός αυτό οφείλεται κυρίως στην πτώση της καλλιτεχνικής ποιότητας και στο περιορισμένο θεματολόγιο της αττικής αγγειογραφίας του 4ου αιώνα π.Χ. σε σχέση με παλιότερες εποχές. Ωστόσο, η συγκεκριμένη περίοδος παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον, καθώς τα αττικά ερυθρόμορφα αγγεία γνωρίζουν σημαντική δ